Διαβάστε παρακάτω το συγκινητικό ρεπορτάζ του ΕΘΝΟΥΣ:
Γράφει ο δημοσιογράφος Τίμος Φακαλής
«Φίλε μου δες σήμερα τι έλαβα εδώ από το δήμαρχο της Θεσσαλονίκης» μου λέει με περηφάνεια ο Σλόμο Σεβί και μου ανοίγει κατευθείαν τον πράσινο φάκελό του, που κρατά σφιχτά στα χέρια του. «Αυτό εδώ είναι το πιστοποιητικό γέννησης του θείου μου από το δήμο Θεσσαλονίκης. Δεν ξέραμε τίποτα μέχρι σήμερα για τον μικρότερο αδερφό του πατέρα μου, τον Όσκαρ. Ούτε πότε γεννήθηκε, ούτε που έμενε στη Θεσσαλονίκη. Ήταν αόρατος ο θείος μου. Έψαχνα να βρω ίχνη του στη Θεσσαλονίκη αλλά πάντα συναντούσα γραφειοκρατικές δυσκολίες. Με τη βοήθεια της Ισραηλιτικής Κοινότητας και του δήμου Θεσσαλονίκης πλέον ξέρουμε για τον θείο μου. Απίστευτο! Κοίταξε να δεις πως μπαίνουν τα πράγματα το ένα δίπλα στο άλλο» λέει με τρεμάμενη φωνή και γεμάτος συγκίνηση ο Σλόμο Σεβί. Ο τελευταίος γεννήθηκε στο Ισραήλ αφού εκεί έβαλαν τα θεμέλια της νέας τους ζωής, μετά το Ολοκαύτωμα, οι γονείς του.
«Για μένα αυτό το πιστοποιητικό είναι από τα μεγαλύτερα δώρα της ζωής μου»
Βρεθήκαμε στην πλατεία Αντιγονιδών, που σχεδίασε ο Γαλλοεβραίος αρχιτέκτονας Ερσντ Εμπραρ λίγα 24ωρα μετά την πορεία μνήμης για τα θύματα του ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη. «Για μένα αυτό το πιστοποιητικό είναι από τα μεγαλύτερα δώρα της ζωής μου» μου λέει ο Σεβί και το ξαναβάζει μέσα στο φάκελο, προστατεύοντάς το σαν φυλαχτό. Μόλις πέρσι έμαθε ότι η αδερφή της μάνας του είχε παντρευθεί πριν το πόλεμο και είχε παιδί. «Δεν το ξέραμε αυτό και εντόπισα τον σύζυγό της που ζούσε στο Ισραήλ».
Η οικογένεια της μητέρας μου (Shemo) ήταν από την 'Αρτα και η οικογένεια του πατέρα μου (Sevi) από τη Θεσσαλονίκη. Από το σύνολο των μελών των δύο οικογενειών επέζησαν μόνο η μητέρα του και ο πατέρας του. Οι δυο τους (Μάλκα-Κούλα και Μιχαήλ-Όσκαρ) γνωρίστηκαν, επιστρέφοντας από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και παντρεύτηκαν στην Άρτα.
«Η Θεσσαλονίκη είναι οι ρίζες μου»
Κάθε χρόνο ο Σεβί επισκέπτεται την Θεσσαλονίκη συμμετέχοντας στην πορεία μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος ώστε να συμβάλει κι αυτός όσο μπορεί στη διατήρηση της μνήμης. Για τον Σλόμο Σεβί η Θεσσαλονίκη είναι οι ρίζες του. «Για αυτό το λόγο έρχομαι κάθε χρόνο στην πορεία μνήμης» λέει εμφανώς συγκινημένος.
Εδώ και δεκαετίες ψάχνει έγγραφα και αποδείξεις για το που έμενε ο πατέρας του στη Θεσσαλονίκη αλλά και ποια είναι η ακριβής ημερομηνία γέννησής του. «Θέλω να μείνει η μνήμη ζωντανή. Και το κάνω για να δείξω στις κόρες μου, στην οικογένειά μου και στα εγγόνια μου την καταγωγή μας. Από που προερχόμαστε και ποιοι είμαστε».
Στέλνει, παράλληλα, ένα μήνυμα στους Θεσσαλονικείς «Να θυμάστε και να διηγείστε στα παιδιά σας τι συνέβη στον πληθυσμό αυτή της πόλης για να μην σβήσει η μνήμη. Ποτέ ξανά» προσθέτει με μάτια βουρκωμένα. Κάθε φορά που ρωτούσε τους γονείς του για τις μαύρες εκείνες μέρες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης πάντα άκουγε τον πατέρα του να του λέει :«μην ρωτάς πώς μείναμε στη ζωή. Έγιναν -και κάναμε- πράγματα που δεν μπορεί ίσως να φανταστεί ο ανθρώπινος νους»...
Με χαραγμένο το νούμερο 116244 στο αριστερό του χέρι και το νούμερο 77029 στο δεξί, ο 75χρονος Σλόμο Σεβί, από το Ρεχοβότ του Ισραήλ, αφηγείται την ιστορία των γονιών του, που κατάφεραν να επιβιώσουν της φρίκης του Ολοκαυτώματος
Τα χαρτιά που κατάφερε να συγκεντρώσει τα προηγούμενα χρόνια ανέφεραν ότι ο τόπος κατοικίας του πατέρα του στη Θεσσαλονίκη ήταν η οδός Μοναστηρίου 28. Ο ίδιος χρόνια αργότερα αναζήτησε το σπίτι του πατέρα του και συνειδητοποίησε ότι εκεί βρίσκεται ο σιδηροδρομικός σταθμός….
«Γύρισαν στη Θεσσαλονίκη για να ψάξουν ποιος έμεινε στη ζωή και δεν βρήκαν κανένα. Έτσι αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα»
«Έπιασαν τον πατέρα μου το μαύρο Σάββατο τον Ιούλιο του 43 στην πλατεία Ελευθερίας. Του ζήτησαν να βάλει κίτρινο αστέρι, του δώσαν ρούχα φυλακισμένου και τον πήγαν αμέσως στη συνοικία Βαρόνου Χιρς. Από κεί μετέφεραν όλη την οικογένειά μου στο στρατόπεδο Άουσβιτς (Μπιρκενάου)». Στις 8 Μαΐου 1945 οι γονείς του Σεβί επέστρεψαν μαζί με άλλους 100 περίπου Εβραίους στην Ελλάδα.
«Γύρισαν στη Θεσσαλονίκη για να ψάξουν ποιος έμεινε στη ζωή και δεν βρήκαν κανένα. Έτσι αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα για την τότε Παλαιστίνη και μετέπειτα Ισραήλ». Στο Σούνιο συγκεντρώνονταν οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος που θα έφευγαν από την Ελλάδα. «Τους ρώτησαν που θέλουν να πάνε. Είχαν τρεις επιλογές: Αμερική, Ευρώπη, Παλαιστίνη. Οι δικοί μου μιλούσαν μόνο ελληνικά και αποφάσισαν να πάνε στην τότε Παλαιστίνη».
Μετά από μισό περίπου χρόνο επιβιβάστηκαν στο ξύλινο πλοίο «Χαβίβα Ράικ». «Ο πατέρας μου ήταν το 321 νούμερο επιβάτης από τους συνολικά 462. Το όνομα του το καράβι το είχε πάρε από μια καταζητούμενη γυναίκα στην Γερμανία την οποία συνέλαβαν και σκότωσαν οι ναζί. «Στις 8 Ιουνίου 1946, ημέρα Σάββατο μετά από μια βδομάδα ταξίδι στη θάλασσα έφτασαν στη Χάιφα όπου τους έπιασαν οι Εγγλέζοι και τους έβαλαν αρχικά στη φυλακή. Αργότερα μετακόμισαν σε μια παράγκα στο Τελ Αβίβ». Έκτοτε η οικογένεια Σεβί έβαλε τις βάσεις της στη Ρεχοβότ, με τους γονείς να μιλούν στα παιδιά τους για όσα βίωσαν και να τους μαθαίνουν τα ελληνικά, τα οποία δεν ξέχασε ποτέ ο Σλομό Σεβί.
Πηγή: https://www.ethnos.gr/greece/article/252771/slomosebibrhketopistopoihtik...